Η Αμερικανική Ένωση Πολιτικών Ελευθεριών (ACLU από το American Civil Liberties Union) δημοσίευσε χιλιάδες σελίδες με έγγραφα που δεν είχαν κυκλοφορήσει στο παρελθόν.
Τα συγκεκριμένα έγγραφα αποκαλύπτουν πώς το Υπουργείο Εσωτερικής Ασφάλειας (DHS από το Department of Homeland Security) αγοράζει πρόσβαση στα δεδομένα τοποθεσίας εκατομμυρίων κινητών τηλεφώνων πολιτών των ΗΠΑ.
Η αγορά των δεδομένων από διάφορα τμήματα του DHS – συμπεριλαμβανομένων των Τελωνείων και Προστασίας Συνόρων (CBP) και της Υπηρεσίας Μετανάστευσης και Τελωνειακής Επιβολής (ICE) – αναφέρθηκε για πρώτη φορά από τη Wall Street Journal το 2020.
Σαν απάντηση στην είδηση, η ACLU υπέβαλε αίτημα εξακρίβωσης στο DHS, το ICE και το CBP, μαζί με τις αντίστοιχες μηνύσεις.
Η δικαστική διαμάχη είναι ακόμη σε εξέλιξη, και η ένωση αποφάσισε να δημοσιοποιήσει τα αρχεία που έχουν διαθέσει μέχρι σήμερα η CBP, η ICE, και διάφορες άλλες μυστικές υπηρεσίες των ΗΠΑ.
Τα αρχεία δείχνουν ότι το DHS χρησιμοποιεί εκατομμύρια δολάρια φορολογουμένων για να αγοράσει πρόσβαση σε πληροφορίες τοποθεσίας κινητών τηλεφώνων από δύο πωλητές δεδομένων: την Venntel και την Babel Street.
Σύμφωνα με τα έγγραφα που έλαβε η ACLU, η Venntel συλλέγει περισσότερα από 15 δισεκατομμύρια σημεία τοποθεσίας από περισσότερα από 250 εκατομμύρια κινητά τηλέφωνα και άλλες κινητές συσκευές κάθε μέρα.
Πώς χρησιμοποιούνται τα δεδομένα
Σύμφωνα με ένα διαφημιστικό φυλλάδιο της εταιρείας (ναι θέλει θράσος να διαφημίζεις τέτοιες ενέργειες), οι αρχές επιβολής του νόμου μπορούν να χρησιμοποιήσουν αυτά τα δεδομένα για να “προσδιορίσουν συσκευές που παρατηρούνται σε σημεία ενδιαφέροντος, επαναλαμβανόμενους επισκέπτες, τοποθεσίες που συχνάζουν, ή για να εντοπίσουν γνωστούς συνεργάτες”.
Ένα εσωτερικό έγγραφο του DHS του 2018 εξέφραζε ανησυχίες για το απόρρητο των ανθρώπων που ζουν κοντά στα σύνορα των ΗΠΑ, ενώ παράλληλα πρότεινε τη χρήση των δεδομένων τοποθεσίας της Venntel για τον “προσδιορισμό των προτύπων της παράνομης μετανάστευσης”.
Μπροστά στις προφανείς επιπτώσεις στο απόρρητο της ιδιωτικής ζωής, οι πωλητές δεδομένων προσπαθούν να υποβαθμίσουν τις ενέργειές τους.
Τα διαφημιστικά έγγραφα χαρακτηρίζουν τα δεδομένα τοποθεσίας του τηλεφώνου σαν μια απλή “ψηφιακή δεξαμενή”, η οποία δεν περιέχει προσωπικά στοιχεία ταυτοποίησης (PII), αλλά είναι προσαρτημένη σε ένα αριθμητικό αναγνωριστικό.
Αυτό κρύβει το γεγονός ότι οι αριθμοί τηλεφώνου συνδέονται με στοιχεία ταυτότητας — για να μην αναφέρουμε πόσα δεδομένα μοιράζεστε μόνο με τη σύνδεση στην Google.
Οι πωλητές δεδομένων ισχυρίζονται ότι οι ίδιοι οι χρήστες τηλεφώνων αποκαλύπτουν οικειοθελώς την τοποθεσία τους όταν συναινούν να χρησιμοποιήσουν το GPS.
Πρόκειται για μια τέλεια γκρίζα ζώνη που μπορούν να εκμεταλλευτούν οι υπηρεσίες πώλησης δεδομένων και κυβερνητικοί φορείς.
Οι χρήστες δεν γνωρίζουν πάντα πόσες εφαρμογές στο τηλέφωνό τους συλλέγουν πληροφορίες από το GPS και (εύλογα) δεν περιμένουν ότι αυτά τα δεδομένα θα πωληθούν σε κυβερνήσεις για παρακολούθηση.
Επιτακτική ανάγκη για νέους νόμους περί απορρήτου
Η αναζήτηση και η χρήση προσωπικών δεδομένων τοποθεσίας χωρίς κάποιο ένταλμα από την κυβέρνηση αποτελεί σαφή παραβίαση της Τέταρτης Τροποποίησης των ΗΠΑ.
Για αυτόν τον λόγο, η ACLU προτρέπει το Κογκρέσο να περάσει την Τέταρτη Τροποποίηση – Not For Sale Act — μια δικομματική πρόταση που υποβλήθηκε πέρυσι και συνυπογράφηκε από σχεδόν 20 Δημοκρατικούς και Ρεπουμπλικάνους στη Γερουσία.
Το νομοσχέδιο απαιτεί από την κυβέρνηση των ΗΠΑ να έχει κάποιο ένταλμα πριν αγοράσει δεδομένα από εταιρείες όπως τις Venntel και Babel Street.
Θα εμπόδιζε επίσης τις υπηρεσίες επιβολής του νόμου και τις υπηρεσίες πληροφοριών στο να αγοράζουν δεδομένα κινητών τηλεφώνων πολιτών των ΗΠΑ τόσο στη χώρα όσο και στο εξωτερικό “εάν τα δεδομένα ελήφθησαν από λογαριασμό ή συσκευή χρήστη ή μέσω εξαπάτησης, πειρατείας, παραβιάσεων σύμβασης, πολιτικής απορρήτου, ή των όρων παροχής υπηρεσιών.”
Θα επισπευσθεί το τέλος της μαζικής επιτήρησης μια για πάντα, ή θα πρέπει να μάθουμε να ζούμε με αυτό;