H Symantec αναμένει να εισπράξει περίπου 6,3 δισ. δολάρια σε μετρητά. Αυξάνει το πρόγραμμα επαναγοράς μετοχών σε 2,6 δισ. δολάρια και διατηρεί το μέρισμα στα 0,15 δολάρια ανά μετοχή.
Η Symantec Corp. (NASDAQ: SYMC) ανακοίνωσε ότι έχει φτάσει σε οριστική συμφωνία για την πώληση της επιχειρησιακής της μονάδας διαχείρισης και διαθεσιμότητας πληροφοριών, που είναι γνωστή και ως Veritas, με τίμημα 8 δισ. δολάρια, σε μια ομάδα επενδυτών με επικεφαλής το Carlyle Group μαζί με την GIC, -το Κρατικό Επενδυτικό Ταμείο της Σιγκαπούρης- και άλλους επενδυτές. Η πράξη της πώλησης, η οποία εγκρίθηκε ομόφωνα από το διοικητικό συμβούλιο της Symantec, αναμένεται να ολοκληρωθεί μέχρι την 1η Ιανουαρίου 2016.
Με την ολοκλήρωση της πράξης πώλησης, η Symantec αναμένει έσοδα κεφαλαίων ύψους περίπου 6,3 δισ. δολαρίων, με την επιφύλαξη ορισμένων αναπροσαρμογών κατά την ολοκλήρωση της διαδικασίας. Η Symantec διαθέτει μια ολοκληρωμένη προσέγγιση για την αξιοποίηση του ποσού αυτού, που συνοψίζεται τόσο στην επιστροφή κεφαλαίου στους μετόχους όσο και σε περαιτέρω επενδύσεις στην επιχειρηματική της δραστηριότητα.
Το διοικητικό συμβούλιο της Symantec έχει ήδη εγκρίνει ποσό 1,5 δισ. δολαρίων για αύξηση στο υπάρχον πρόγραμμα επαναγοράς μετοχών της -ανεβάζοντας το σύνολο σε 2,6 δισ. δολάρια-, ενώ 2 δισ. δολάρια αναμένεται να επιστραφούν στους μετόχους σε περίοδο 18 μηνών, μετά την ολοκλήρωση της πώλησης. Το διοικητικό συμβούλιο έχει αποφασίσει επίσης ότι η Symantec θα διατηρήσει το τριμηνιαίο μέρισμα στα 0,15 δολάρια ανά κοινή μετοχή, ποσό που συνολικά αντιστοιχεί σε αύξηση του ποσοστού διανεμομένων κερδών μετά το διαχωρισμό της εταιρείας. Μετά την καταβολή μερισμάτων και την επαναγορά μετοχών, η Symantec αναμένει να επιστρέψει στους μετόχους ποσό που θα αντιστοιχεί περίπου στο 120% των εσόδων μετά φόρων, από την πώληση.
Ο Michael A. Brown, πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος της Symantec, δήλωσε: “Η πράξη αυτή ενισχύει τη χρηματοοικονομική μας θέση, ανοίγοντας δρόμο στη Symantec, να αναπτύξει την επιχειρηματική της δραστηριότητα και να αυξήσει το προβάδισμα που κατέχει ως η μεγαλύτερη εταιρεία του κόσμου στην παροχή λύσεων ασφάλειας για τον κυβερνοχώρο. Πιστεύουμε ότι η συμφωνία με τους επενδυτές, συμπεριλαμβανομένων των Carlyle Group και GIC, προσδίδει επιχειρηματική αξία στη Veritas και λειτουργεί προς το συμφέρον όλων των ενδιαφερομένων μερών”.
Το διοικητικό συμβούλιο της Symantec διερεύνησε μια ποικιλία από εναλλακτικές στρατηγικές για να μεγιστοποιήσει την αξία της Veritas. Πριν καταλήξει στην απόφαση ότι η συμφωνία πώλησης είναι η πλέον συμφέρουσα για τους μετόχους, το διοικητικό συμβούλιο έλαβε υπόψη, ότι η συναλλαγή παράγει τη βέλτιστη αξία για τους μετόχους της Symantec από την επιχειρηματική δραστηριότητα της Veritas και διασφαλίζει με βεβαιότητα την αυτόνομη πορεία και την αξία της Veritas.
Η συναλλαγή σε μετρητά παρέχει στη Symantec σημαντική ρευστότητα για να συνεχίσει τις οργανικές και ανόργανες επενδύσεις της στην ταχέως αναπτυσσόμενη αγορά προϊόντων και υπηρεσιών ασφαλείας, καθώς και να υποστηρίξει τις πρωτοβουλίες της για επιστροφή κεφαλαίου στους μετόχους της, μέσω της επαναγοράς κοινών μετοχών και παροχής μερίσματος. Η Symantec έχει επιστρέψει περισσότερα από 10 δισ. δολάρια στους μετόχους της, κατά την τελευταία δεκαετία και παραμένει προσανατολισμένη στην επιστροφή σημαντικών ποσών στους μετόχους της.
Η αυξημένη βεβαιότητα της πώλησης, απλοποιεί τη διαδικασία διαχωρισμού της Veritas, για τους πελάτες, τους συνεργάτες και τους εργαζόμενους.
Ο John Gannon, εκτελεστικός αντιπρόεδρος της Symantec και γενικός διευθυντής της Veritas, είπε: “Από τη στιγμή που το διοικητικό συμβούλιο ανακοίνωσε το διαχωρισμό της Veritas, έχουμε προετοιμάσει την εταιρεία να λειτουργεί ανεξάρτητα, εξελίσσοντας την επιχειρηματική στρατηγική μας, ενώ συνεχίζουμε να προσφέρουμε κορυφαίες λύσεις στους πελάτες μας. Είμαστε ενθουσιασμένοι που συνεργαζόμαστε με το Carlyle Group και την GIC, που έχουν ένα εντυπωσιακό ιστορικό επιτυχημένης ανάπτυξης επιχειρήσεων, καθώς και ότι μοιραζόμαστε μαζί τους την αφοσίωσή μας στην επιτυχία της Veritas. Η επιχείρηση θα συνεχίσει να παρέχει λύσεις διαχείρισης και διαθεσιμότητας πληροφοριών επόμενης γενιάς για να εξυπηρετήσει τα μεγαλύτερα και πιο σύνθετα μηχανογραφικά περιβάλλοντα του κόσμου, στα οποία περιλαμβάνονται υπηρεσίες cloud, managed services και υποδομή on-premise”.
Το Carlyle Group ανακοίνωσε ξεχωριστά ότι ο Bill Coleman και ο Bill Krause θα γίνουν αντίστοιχα πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος της Veritas, μετά την ολοκλήρωση της συμφωνίας.
Οι διευθύνοντες σύμβουλοι του Carlyle Group, Patrick McCarter και Cam Dyer δήλωσαν: “Η Veritas είναι μια καινοτόμος εταιρεία σε παγκόσμια κλίμακα και ένα brand με σημαντικές προοπτικές ανάπτυξης. Οι αποδεδειγμένες ηγετικές ικανότητες, το στρατηγικό όραμα και η εκτελεστική δεξιότητα του Bill Coleman θα ισχυροποιήσουν τη θέση της Veritas ως αυτόνομης εταιρείας, θα αναπτύξουν τις δραστηριότητές της και θα συνεχίσουν να παρέχουν στους πελάτες ολοκληρωμένες λύσεις διαχείρισης και διαθεσιμότητας πληροφοριών. Η σημαντική εμπειρία μας στο να επενδύουμε σε επιχειρήσεις λογισμικού, μας δίνει τη δυνατότητα να υποστηρίξουμε τον Bill και την υπάρχουσα διοίκηση, στην προσπάθειά τους να δημιουργήσουν προστιθέμενη αξία στη Veritas”.
Η όλη συναλλαγή υπόκειται σε μια σειρά ρυθμιστικών και άλλων εγκρίσεων. H BofA Merrill Lynch, η Morgan Stanley & Co. LLC, η UBS Investment Bank και η Jefferies έχουν συμφωνήσει να παράσχουν χρηματοδότηση υπό μορφή δανεισμού, για την πώληση.
Η JP Morgan Securities LLC λειτουργεί ως χρηματοοικονομικός σύμβουλος της Symantec και οι Fenwick & West LLP και Baker & McKenzie LLP λειτουργούν ως νομικοί σύμβουλοι. Αντίστοιχα η BofA Merrill Lynch, η Morgan Stanley & Co. LLC και η UBS Investment Bank λειτουργούν ως οικονομικοί σύμβουλοι των Carlyle και GIC. Οι Alston & Bird LLP, Allen & Overy, Latham & Watkins LLP και Covington & Burling LLP εκπροσωπούν το Carlyle Group. Οι Ropes & Gray LLP και Sidley Austin LLP εκπροσωπούν την GIC.