Φαίνεται ότι ο κοροναϊός (COVID-19) αναστάτωσε τον ύπνο πάρα πολλών ανθρώπων σε όλο τον κόσμο , ή έτσι τουλάχιστον υποστηρίζουν τα δεδομένα της Google.
Οι αναζητήσεις για τους όρους “αϋπνία” και “δεν μπορώ να κοιμηθώ” (“insomnia” και “can’t sleep”) έφτασαν σε ένα πολύ υψηλό επίπεδο τον Απρίλιο, σύμφωνα με το Google Trends. Τα δεδομένα δεν αποκαλύπτουν βέβαια τα ακριβή αιτία των αναζητήσεων, αλλά το χρονοδιάγραμμα συμπίπτει με το ύψος των παγκόσμιων lockdown για τον COVID-19.
Τον περασμένο μήνα, ερευνητές του Harvard προειδοποίησαν ότι η πανδημία θα μπορούσε να επηρεάσει τη ρουτίνα του ύπνου ενός ατόμου, η οποία με τη σειρά της θα μπορούσε να οδηγήσει σε άλλες επιπλοκές ψυχικής υγείας.
“Πάρα πολλές αϋπνίες μπορούν να επιδεινώσουν τα προβλήματα σωματικής και ψυχικής υγείας”, αναφέρει η Harvard Gazette.
“Σκεφτείτε τα προβλήματα ύπνου σαν μια λοίμωξη”, δήλωσε ο Posner, πρόεδρος της Sleepwell Associates και αναπληρωτής κλινικός καθηγητής στο Stanford University School of Medicine.
Ακόμα και σε κανονικές περιόδους, περίπου το 30% έως το 35% του πληθυσμού εμφανίζει οξεία ή βραχυπρόθεσμη αϋπνία, ανέφερε ο Posner, μέλος της Αμερικανικής Ακαδημίας Ιατρικής ύπνου και ιδρυτικό μέλος της Εταιρείας Ιατρικής Συμπεριφοράς του ύπνου.
Η αϋπνία ορίζεται στην πέμπτη έκδοση του Διαγνωστικού Εγχειριδίου Ψυχικών Διαταραχών (DSM) της Αμερικανικής Ψυχιατρικής Εταιρείας σαν δυσκολία να κοιμηθείτε, ή να ξυπνήσετε πολύ νωρίς, και αναφέρει ότι αυτή η έλλειψη ανάπαυσης προκαλείται από άγχος ή οποιοδήποτε γεγονός που αλλάζει την ποιότητα ζωής. Αναφέρει δε ότι διαφέρει από την έλλειψη ύπνου που προκαλείται από πολύ-φορτωμένα προγράμματα.