Linux: Είναι γνωστό. Οι σούπερ υπολογιστές τρέχουν με το συγκεκριμένο λειτουργικό σύστημα. Στο τελευταίο διαγωνισμό Supercomputer του Top500, ο οποίος πραγματοποιήθηκε τον Ιούνιο του 2017, 498 από τους 500 υπερυπολογιστές λειτουργούσαν Linux. Οι υπόλοιποι δύο, χρησιμοποιούσαν σαν λειτουργικό το Unix.
Αυτοί ήταν δύο Κινέζικοι υπολογιστές IBM POWER που τρέχουν AIX και βρίσκονται στο κάτω μέρος της λίστας. Τα μηχανήματα βρέθηκαν στις θέσεις 493 και 494, ενώ από το Top500 που πραγματοποιήθηκε το Νοέμβριο του 2016, αυτοί οι υπερυπολογιστές έπεσαν πάνω από 100 θέσεις.
Με αυτό το ρυθμό, το λειτουργικό του Tux θα έχει την κυρίαρχη θέση στον επόμενο διαγωνισμό του Top500 που πραγματοποιείται κάθε δύο χρόνια.
Όταν δημιουργήθηκε ο πρώτος κατάλογος υπερυπολογιστών από το Top500 τον Ιούνιο του 1993, το Linux ήταν περισσότερο κάτι σαν παιχνίδι παρά ένα σοβαρό λειτουργικό και δεν είχε υιοθετήσει τον Tux σαν μασκότ του ακόμα.
Από το 1998, που εμφανίστηκε για πρώτη φορά στο Top500, το Linux κυριάρχησε πολύ γρήγορα στον υπερσύγχρονο υπολογισμό.
Πριν πάρει το προβάδισμα το Linux, το Unix ήταν το κορυφαίο λειτουργικό σύστημα του supercomputing. Από το 2003 όμως το Top500 εμφάνισε το Linux να ξεπερνάει το Unix και μέχρι το 2004, το Linux είχε πάρει το προβάδισμα για τα καλά.
Γιατί;
Σύμφωνα με την έκθεση από το The Linux Foundation, η άνοδος του Linux στα 20 χρόνια διαγωνισμών του Top500.org Supercomputer με την πρόοδο στην υπολογιστική απόδοση, οφείλεται σε δύο λόγους.
Πρώτος:
Οι περισσότεροι από τους κορυφαίους υπερυπολογιστές του κόσμου είναι υπερ-κλιμακωτές ερευνητικές μηχανές που κατασκευάζονται για εξειδικευμένες εργασίες. Κάθε υπερυπολογιστής είναι ένα αυτόνομο project με μοναδικά χαρακτηριστικά και πολύ αυξημένες απαιτήσεις βελτιστοποίησης. Έτσι, δεν είναι προσιτό να αναπτυχθεί ένα προσαρμοσμένο λειτουργικό σύστημα για κάθε σύστημα. Με το Linux, οι ομάδες μηχανικών μπορούν εύκολα να τροποποιήσουν και να βελτιστοποιήσουν το λειτουργικό λόγω της ανοιχτής φύσης του με πρωτοποριακά σχέδια που χαρακτηρίζουν τους σύγχρονους υπερυπολογιστές.
Δεύτερος και εξίσου σημαντικός:
“Το κόστος αδειοδότησης μιας προσαρμοσμένης, αυτο-υποστηριζόμενης διανομής Linux είναι το ίδια, είτε χρησιμοποιείται σε 20 κόμβους είτε σε 20 εκατομμύρια κόμβους”.
Έτσι, “με την αξιοποίηση της τεράστιας κοινότητας του ανοιχτού κώδικα που διαθέτει το λειτουργικό, τα projects είχαν πρόσβαση σε δωρεάν πόρους υποστήριξης και προγραμματιστές κάτι που διατηρεί το κόστος των προγραμματιστών ίσο με ή κάτω από άλλα λειτουργικά συστήματα”.
Έτσι, η υπερυπολογιστική ενέργεια, και πάρα πολλοί υπολογιστές εκτός από τα desktops που λειτουργούν με Windows, θα συνεχίσουν να χρησιμοποιούν το Linux.
Εσείς;