Η ζωή του Slack σαν outsider της Silicon Valley τελείωσε στις 2 Νοεμβρίου του 2016. Τότε, η startup δημοσίευσε μια ανοιχτή επιστολή στην Microsoft, αναφέροντας στην εταιρεία ότι η κυκλοφορία της εφαρμογής Teams (ενός κλώνου της εφαρμογής Slack) ήταν ανέντιμη.
Στην επιστολή της, η Slack προειδοποίησε τη Microsoft ότι “η Slack είναι εδώ για να μείνει”. Όμως, τα 4 εκατομμύρια χρήστες που είχε τότε αυξήθηκαν σε μόλις 12 εκατομμύρια τέσσερα χρόνια μετά, ενώ η Microsoft – η οποία πρόσθεσε το Teams στο πακέτο 365 χωρίς να αυξήσει την τιμή – είδε την εφαρμογή να έχει από το μηδέν – 115 εκατομμύρια χρήστες.
Αυτή η ιστορία βοηθά να εξηγήσει κανείς γιατί η Slack πουλήθηκε αυτήν την εβδομάδα στην Salesforce. Η συμφωνία, η οποία δίνει στην Slack στα 27,7 δισεκατομμύρια δολάρια, έγινε ευρέως ευπρόσδεκτη.
Όμως η ίδια συμφωνία σηματοδοτεί και το τέλος μιας εποχής, όπου οι εργαζόμενοι είχαν τη δύναμη να φέρνουν τα δικά τους εργαλεία στο γραφείο και να αποφασίσουν μόνοι τους πώς ήθελαν να ολοκληρώσουν τη δουλειά τους.
Η Slack το κατάφερε πρώτα με μικρές ομάδες που ήθελαν να επιταχύνουν τη δουλειά τους και μετά υιοθετήθηκε από οργανισμούς και εταιρείες. Σήμερα, οι ενοποιήσεις δεν μας αφήνουν πολλές επιλογές.
Η άνοδος των smartphone στις αρχές της δεκαετίας του 2010 έφερε μαζί και την αύξηση των εργαλείων παραγωγικότητας στο χώρο εργασίας. Το Box και το Dropbox έφεραν την εύκολη αποθήκευση και την κοινή χρήση αρχείων. Η Evernote παρουσίασε την ιδέα για σημειώσεις με δυνατότητες συγχρονισμού από το σύννεφο. Η Sunrise δημιούργησε ένα κοινωνικό ημερολόγιο, ενώ η Mailbox και η Acompli επαναπροσδιόρισαν τα email για τα κινητά τηλέφωνα.
Η Slack ήρθε στα μέσα της δεκαετίας και σχεδόν αμέσως έγινε το ταχύτερα αναπτυσσόμενο επιχειρηματικό εργαλείο λογισμικού όλων των εποχών. Το 2015, μόλις 18 μήνες μετά τα εγκαίνια, η εταιρεία ανέφερε ότι έχει περισσότερους από 1 εκατομμύριο καθημερινούς χρήστες – έναν αριθμό που δεν είχε ακουστεί μέχρι τότε σε εταιρικό λογισμικό.
Η εταιρεία ενσαρκώνει την πεποίθηση, ότι το καλύτερο προϊόν κερδίζει στο τέλος.
“Η κατασκευή ενός προϊόντος που επιτρέπει σημαντικές βελτιώσεις στον τρόπο επικοινωνίας των ανθρώπων απαιτεί έναν βαθμό στοχασμού και δεξιοτεχνίας που δεν είναι συνηθισμένο στην ανάπτυξη εταιρικού λογισμικού”, έγραψε η εταιρεία στην ανοιχτή επιστολή της προς τη Microsoft.
“Το πόσο μακριά θα πάτε για να βοηθήσετε τις εταιρείες να μεταμορφωθούν πραγματικά και να επωφεληθούν από αυτήν τη μετατόπιση στην εργασία είναι ακόμη πιο σημαντική από τις μεμονωμένες δυνατότητες του λογισμικού που αντιγράψατε.”
Ο αγώνας της Slack για επιτυχία σαν ανεξάρτητη εταιρεία αντικατοπτρίζει δυστυχώς τον αγώνα πολλών καινοτόμων εταιρειών στην παραγωγικότητα των επιχειρήσεων. Η Mailbox πέθανε και η Acompli πωλήθηκε στη Microsoft και έγινε η εφαρμογή Outlook για κινητά. Η Evernote είναι μια χλωμή σκιά του πρώην εαυτού της. Από αυτήν την κρίση, μόνο οι Box και Dropbox εξακολουθούν να παραμένουν σαν δημόσιες εταιρείες.
Γιατί συμβαίνει αυτό; Ο Aaron Levie, διευθύνων σύμβουλος της Box αναφέρει ότι όλα καταλήγουν σε πωλήσεις. Η ιδέα ότι οι εργαζόμενοι θα μπορούν να επιλέγουν κάποια μέρα τα δικά τους εργαλεία ήταν πάντα μια φαντασία, αναφέρει και εν μέρει οι περισσότεροι εργαζόμενοι δεν θέλουν καν να σκεφτούν τα εργαλεία τους. Σε έναν τέτοιο κόσμο, η εφαρμογή που θα κερδίσει θα πρέπει να διαθέτει σχεδόν πάντα μια τεράστια, αγοραστική δύναμη πίσω από αυτήν.
Η Microsoft είχε. Η Slack δεν είχε. Και ήρθε η Salesforce.
“Η πραγματικότητα με την επιχείρηση είναι ότι μπορείς να έχεις το καλύτερο προϊόν, αλλά αυτό δεν είναι αρκετό”, αναφέρει ο Levie. “Χρειάζεστε διανομή. Και τι έχει η Salesforce; έχουν τους υπεύθυνους προμηθειών, έχουν και τους χρηματοοικονομικούς. Έχουν όλη την υποδομή που χρειάζεται για να αλληλεπιδράσετε και να πουλήσετε λογισμικό.”
Αυτό που φαίνεται να έρχεται είναι μια ενοποιημένη αγορά που τα νήματα θα τα κινούν λίγοι. Σε όλο το Διαδίκτυο, από τα καταστήματα εφαρμογών, τις μηχανές αναζήτησης και τα κοινωνικά δίκτυα.
Το ότι υπάρχουν κυβερνητικές αντιμονοπωλιακές αρχές δεν φαίνεται να σημαίνει κάτι.
“Είναι πολλά τα λεφτά Άρη”… όπως έλεγε και αείμνηστος Σπύρος Καλογήρου.