Το τοπίο του Android το 2011 δεν ήταν ιδανικό για έναν αγοραστή που δεν ήθελε να σπαταλήσει πολλά χρήματα. Μερικά από τα πιο δημοφιλή τηλέφωνα ήταν το HTC Wildfire, το Samsung Galaxy Mini και το ZTE Blade. Οι εξαιρετικές προδιαγραφές σε προσιτή τιμή ήταν ένα όνειρο.
Χρειάστηκε μια Xiaomi για να διορθώσει την τιμή των smartphone όπως την ξέρουμε και 11 χρόνια αργότερα, ο αντίκτυπος της εταιρείας στη βιομηχανία των smartphone παραμένει αδιαμφισβήτητος.
Η κατανόηση του εύρους της συμβολής της Xiaomi στον χώρο των smartphone απαιτεί ένα μικρό ιστορικό πλαίσιο.
Όταν η εταιρεία παρουσίασε το πρώτο της τηλέφωνο το 2011, η Nokia ήταν ακόμα κυρίαρχος παίκτης με το Symbian σαν λειτουργικό σύστημα. Η Samsung κυκλοφορούσε ήδη τις καλύτερες Android συσκευές και η HTC ήταν ακόμα στο παιχνίδι. Καμία όμως από αυτές τις εταιρείες δεν είχε πραγματικά συναρπαστικά, οικονομικά smartphone.
Η βιομηχανία των smartphone σήμερα, σε γενικές γραμμές, περιστρέφεται γύρω από την έννοια της αξίας. Σίγουρα υπάρχουν ακραίες τιμές, ειδικά αν κοιτάζετε προς τις τελευταίες πτυσσόμενες συσκευές.
Όλα ξεκίνησαν με το Xiaomi Mi 1, το οποίο κυκλοφόρησε με το (τότε) ισχυρό chipset Snapdragon S3, 1 GB RAM και οθόνη υψηλής ανάλυσης. Ο κύριος ανταγωνιστής του, ήταν η ναυαρχίδα της Samsung Galaxy S2 που κυκλοφόρησε με παρόμοιες προδιαγραφές, αλλά το Mi 1 ήταν εκατοντάδες δολάρια φθηνότερο.
Μέχρι το 2014, η Xiaomi ήταν έτοιμη να γίνει διεθνής. Με το λανσάρισμα του Mi 3, η Xiaomi είχε τελειοποιήσει το σχέδιό της να πουλάει τα τηλέφωνά της με ελάχιστα περιθώρια κέρδους με flash πωλήσεις μέσω διαδικτυακών stores. Και οι δύο στρατηγικές συνέβαλαν στη μείωση των περιθωρίων κέρδους των αντιπροσώπων αλλά και του κόστους διατήρησης (αποθήκευσης) μεγάλων αποθεμάτων. Η Xiaomi διέθεσε 18,7 εκατομμύρια μονάδες Mi 3 εντός του έτους και τα διεθνή αποθέματα εξαντλήθηκαν μέσα σε λίγα λεπτά.
Δεν χρειάστηκε πολύς χρόνος για να καταλάβει η Xiaomi την Ινδία, και μέχρι το 2017, η εταιρεία είχε ξεπεράσει τη Samsung σαν την πιο δημοφιλής μάρκα. Σήμερα, η Xiaomi κατέχει το 21% της αγοράς smartphone στην Ινδία, διατηρώντας την πρώτη θέση της. Παγκοσμίως, η Xiaomi κατέχει την τρίτη θέση, ακολουθώντας τη Samsung και την Apple.
Η δημιουργία από τη Xiaomi των υπο-εμπορικών σημάτων Redmi και Poco που απευθύνονται σε τμήματα εισαγωγικού επιπέδου και λάτρεις των επιδόσεων βοήθησε περαιτέρω την ανάπτυξη της εταιρείας στις διεθνείς αγορές.
Από τότε η εταιρεία έχει αλλάξει σημαντικά τα σχέδιά της και πλέον έχει νέες επιλογές διάθεσης στον premium χώρο με online αλλά και offline stores.
Περιορίζοντας τα περιθώρια του κέρδους της σε μόλις 5% μετά από τους φόρους το 2018, η Xiaomi εξασφάλισε περαιτέρω τη διαρκή ανταγωνιστικότητά της. Όμως η εταιρεία είχε ένα ακόμη άσσο στο μανίκι της.
Η Xiaomi δημιούργησε και τον χώρο του οικοσυστήματος. Σήμερα πουλάει τα πάντα, από έξυπνους λαμπτήρες και σκούπες ρομπότ μέχρι οδοντόβουρτσες, τηλεοράσεις, ακόμη και παπούτσια. Όμως η προώθηση του οικοσυστήματος ξεκίνησε από το MIUI.
Η εταιρεία επένδυσε πολύ νωρίς στο λογισμικό και σήμερα διαθέτει θέματα, ταπετσαρίες, ήχους κλήσης, μουσική και πολλά άλλα, Όλα αυτά φυσικά αποτελούν άλλο ένα σημαντικό παράγοντα εσόδων. Στην πραγματικότητα, η εταιρεία αυτοαποκαλείται εταιρεία Διαδικτύου και όχι εταιρεία hardware.
Όταν η εταιρεία εισήχθη στο χρηματιστήριο το 2018, οκτώ χρόνια μετά τη σύστασή της, η Xiaomi αποτιμήθηκε σε περίπου 50 δισεκατομμύρια δολάρια, καθιστώντας την τον τρίτο πολυτιμότερο κατασκευαστή smartphone στον κόσμο. Το παιχνίδι της Xiaomi στην οικοδόμηση ενός οικοσυστήματος λογισμικού πάνω από το hardware ήταν μια πολύ έξυπνη ιδέα.
Η ανάπτυξη της Xiaomi μέσω του λογισμικού της ήρθε δυστυχώς και με μια πιο σκοτεινή πλευρά. Στα πρώτα χρόνια ανάπτυξής της, η εταιρεία έγινε διαβόητη για την προώθηση διαφημίσεων μέσω του λογισμικού της.
Σήμερα, ακόμη και η Samsung χρησιμοποιεί διαφημίσεις.
Σήμερα, η Xiaomi δεν εμφανίζει πολλές διαφημίσεις στα τηλέφωνά της. Ωστόσο, συνεχίζει να έχει το στίγμα του λογισμικού που είναι γεμάτο με διαφημίσεις. Στην πραγματικότητα, θα μπορούσαμε να πούμε ότι έκανε μόνιμη ζημιά στην αντίληψη του ίδιου του Android. Ακόμη και σήμερα, τα οικονομικά τηλέφωνα Android επικρίνονται για αυτή την πρακτική.
Η Xiaomi του 2022 είναι αισθητά διαφορετική από την εταιρεία που ίδρυσε ο Lei Jun το 2010, αλλά δεν έχει αλλάξει τα βασικά. Το MIUI εξακολουθεί να αποτελεί τη βάση κάθε τηλεφώνου Xiaomi και οι φιλοδοξίες της εταιρείας να δημιουργήσει ένα συνδεδεμένο οικοσύστημα δεν ήταν ποτέ υψηλότερες.
Είτε συμφωνείτε με όλα όσα έχει κάνει η Xiaomi όλα αυτά τα χρόνια είτε όχι, είναι αδύνατο να αρνηθούμε ότι η εταιρεία έχει καθιερωθεί στην κόσμο του Android. Η Xiaomi έθεσε νέα πρότυπα τιμών στον χώρο, ακόμα κι αν χρησιμοποίησε ορισμένες αμφισβητούμενες πρακτικές στην πορεία.