Μια παρενέργεια της εθελοντικής απομάκρυνσης του Linus Torvalds που πήρε άδεια από το Linux για να σκεφτεί τον τρόπο με τον οποίο συμπεριφέρεται στους ανθρώπους και τον επερχόμενο κώδικα δεοντολογίας του Linux (CoC) είναι και η παρακάτω ερώτηση:
Τι θα συμβεί αν κάποιος από τους προγραμματιστές εξαναγκαστεί να εγκαταλείψει το Linux; Θα μπορεί να πάρει μαζί του και τον κώδικά του, αφαιρώντας τον ουσιαστικά από το λειτουργικό σύστημα;
Η διαμάχη ξεκίνησε όταν κάποιος με το ψευδώνυμο “unconditionalwitness” – που δεν είχε δημοσιεύσει ποτέ στο LKML (από το Linux Kernel Mailing List Archive), έγραψε ότι οι άνθρωποι που εξαναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν την κοινότητα του Linux Kernel εξαιτίας του CoC θα μπορούσαν να “ζητήσουν την επιχορήγηση της ιδιοκτησίας τους μέσω μιας γραπτής ειδοποίησης προς εκείνους που χρησιμοποιούν τον κώδικα σαν ιδιοκτησία τους.”
Αν σας απασχολεί, κανείς δεν έχει εξαναγκαστεί να εγκαταλείψει την κοινότητα μέχρι σήμερα, και δεν υπάρχει κανένα σημάδι ότι πρόκειται να γίνει κάτι τέτοιο λόγω του CoC. Όμως υπάρχουν μερικοί άνθρωποι που ανησυχούν για το τι θα συμβεί σε περίπτωση απομάκρυνσης προγραμματιστών από την κοινότητα του Linux.
Μόλις παραχωρηθεί ο κώδικας, η κοινότητα του Linux θεωρεί λογικά ότι ο προγραμματιστής δεν θα βλάψει το Linux, ζητώντας πίσω το δικαίωμα χρήσης του κώδικα.
Ο unconditionalwitness, που ισχυρίζεται ότι είναι δικηγόρος, δεν φαίνεται να είναι συνδρομητής του πυρήνα του Linux. Ο λογαριασμός του ηλεκτρονικού ταχυδρομείου που χρησιμοποιεί προέρχεται από κάποιο ανώνυμο διακομιστή αλληλογραφίας. Έτσι ουσιαστικά μιλάμε για κάποιον ανώνυμο που απλά πέταξε μια βόμβα. Πολλοί προγραμματιστές Linux τον απείλησαν αλλά το επιχείρημά του τάραξε τα λιμνάζοντα ύδατα (από την άποψη ιδιοκτησίας του κώδικα) της κοινότητας.
Ο Eric S. Raymond, ένας από τους δημιουργούς του open source, έγραψε το δικό του μήνυμα στο LKML:
“Αυτή η απειλή έχει νόημα. Έψαξα τον σχετικό νόμο όταν ίδρυσα την πρωτοβουλία Open Source, η οποία επιβεβαιώνει ότι οι ζημίες φήμης που σχετίζονται με τη μετατροπή των δικαιωμάτων ενός συνεισφέροντος σε ένα GPL project είναι νόμιμες.”
Ο Richard M. Stallman, που είναι ο συγγραφέας της άδειας GPLv2 – η άδεια του ανοιχτού κώδικα που διέπει το Linux, απάντησε:
“Οι προγραμματιστές του Linux ή οποιουδήποτε δωρεάν προγράμματος μπορούν να αφαιρέσουν οποιονδήποτε κώδικα ανά πάσα στιγμή, χωρίς να πρέπει να δώσουν κάποιο λόγο. Ωστόσο, αυτό δεν υποχρεώνει τους άλλους να διαγράψουν τον κώδικά του από τις δικές τους εκδόσεις ενός προγράμματος.”
Ενώ και οι δύο έχουν καθοριστική συμβολή στη δημιουργία του ελεύθερου λογισμικού, της ανοικτής πηγής και της άδειας του Linux, δεν είναι δικηγόροι.
Στις οδηγίες του GPL από το Free Software Foundation (FSF), ο νομικός σύμβουλος ανοιχτού κώδικα και ο καθηγητής νομικής στο Columbia Eben Moglen αναφέρει:
Προκειμένου να διασφαλιστεί ότι όλα τα πνευματικά μας δικαιώματα μπορούν να ικανοποιήσουν τις εγγραφές και άλλες απαιτήσεις εγγραφής και προκειμένου να είναι σε θέση να επιβάλλουν την άδεια GPL με τον πιο αποτελεσματικό τρόπο, το FSF απαιτεί από κάθε συντάκτη κώδικα που παίρνει μέρος στα projects του FSF να παρέχει εκχώρηση πνευματικών δικαιωμάτων και όπου ενδείκνυται, και την αποποίηση οποιασδήποτε απαίτησης ιδιοκτησίας για μισθωτή εργασία από τον εργοδότη του προγραμματιστή.
Το Linux, ωστόσο, δεν απαιτεί από τους συνεισφέροντες του να υπογράψουν κάποια εκχώρηση δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας.
Η Karen Sandler, δικηγόρος και εκτελεστικός διευθυντής του Software Freedom Conservancy, ανέφερε: “Δεν υπάρχει κάποιος αποτελεσματικός τρόπος για να ανακληθεί ο κώδικας που έχει αδειοδοτηθεί, διανεμηθεί και αναδιανεμηθεί με βάση το GPLv2. Το copyleft είναι ισχυρό.”
Η Heather Meeker συνεργάτιδα της O’Melveny & Myers αναφέρει:
Η νομική ανάλυση είναι λίγο περίπλοκη, αλλά τελικά μια άδεια ανοικτού κώδικα παρέχει δικαιώματα σε κάθε παραλήπτη, από τη στιγμή που ο συγγραφέας κάνει τον κώδικα διαθέσιμο βάσει της άδειας. Αυτά τα δικαιώματα μπορεί να τα απολαμβάνει κάθε παραλήπτης μέχρι ο παραλήπτης να παραβιάσει την άδεια και να χάσει τα δικαιώματά του.
Η αντίληψη ότι οι αδειοδοτήσεις ανοιχτού κώδικα είναι αυθαίρετα ανακλητές – επειδή η άδεια είναι δωρεάν και επομένως δεν είναι και τόσο σοβαρή ή επειδή η άδεια δεν είναι σύμβαση και επομένως δεν απολαμβάνει τα οφέλη της θεωρίας της εξάρτησης ή επειδή ο συγγραφέας έχει υποπέσει σε αδίκημα και βρίσκεται σε διαμάχη με τον κώδικα δεοντολογίας ή οποιαδήποτε άλλη θεωρία που θα μπορούσε να κατασκευαστεί, αναδεικνύει τη λεπτομέρεια περισσότερο από την ουσία. Αυτά τα επιχειρήματα δεν θα κερδίσουν, κυρίως επειδή στα δικαστήρια δεν αρέσει να βλέπουν ιδιοκτήτες πνευματικής ιδιοκτησίας να δαγκώνουν δύο φορές το μήλο.Η ιδέα της ανακλητότητας προχώρησε στην δεκαετία του 1990 σαν τεχνική του FUD για να τρομάξει τους ανθρώπους και να τους πάρει μακριά από τη χρήση του λογισμικού ανοιχτού κώδικα.